Το Φεστιβάλ Αθηνών παρουσιάζει την «Αυτοκρατορία» των συναισθημάτων που αναβλύζουν από τόπους καταγωγής, τόπους που υποφέρουν από την ασυνόρευτη ολιγαρχία του χρήματος για παγκόσμια κυριαρχία.

Γράφει η Χαρά Κιούση

Μια αυτοκρατορία απόλυτου ελέγχου που δημιουργεί καινούργιες μορφές μεταναστών και προσφύγων με μοιραία αποτελέσματα. Με την ίδια τακτική και εξουσιαστική λογική συνεχίζονται ο ρατσισμός, η βία, η τρομοκρατία, οι διωγμοί των αντιφρονούντων σ’ αυτήν την αόρατη «αυτοκρατορία» που διαρκώς μετακινείται απειλητικά, θυματοποιώντας τους πολίτες.

Ο Ελβετός σκηνοθέτης Μίλο Ράου σκύβει με σεβασμό στις αποικίες της μνήμης που κουβαλούν ιερά μέσα τους οι τέσσερις ηθοποιοί της παράστασης. Εκπροσωπώντας τρόπον τινά, διαφορετικούς ανθρώπους εθνοτικά, κοινωνικά και ιστορικά προερχόμενους από την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής, που δοκιμάζονται σκληρά από τον κατατρεγμό. Η καταξιωμένη Μάγια Μόργκενστερν, ο δικός μας Ακύλιας Καραζήσης, ο Ράμο Άλι που είναι Κούρδος πρόσφυγας από τη Συρία και ο Ράμι Χαλάφ Σύριος πρόσφυγας που ζει στη Γαλλία, μπροστά σε μια κάμερα μας εξομολογούνται ό,τι σημάδεψε βαθιά τη ζωή τους.

Μια ζωή που όπως δείχνει το μπαρουτοκαπνισμένο και βομβαρδισμένο σκηνικό με το μπαλκόνι, έχει τις ρίζες καταγωγής της σε τόπους που έπληξε ο πόλεμος. Ωστόσο αυτό το μπαλκόνι -με την ιδιαίτερή του σημασία ως τόπος πολιτικών εξαγγελιών και εξαπατήσεων- δίνει βήμα στους ηθοποιούς – πολίτες για προσωπικές εξομολογήσεις και αφηγήσεις. Πίσω από την κατεστραμμένη όμως όψη του σπιτιού υπάρχει το ζεστό σπιτικό, αυτό που διασώθηκε στην καρδιά του κάθε ξεριζωμένου, του κάθε απόδημου σε άλλους τόπους, διεκδικώντας το δικαίωμα στη ζωή. Οι ηθοποιοί με βαθιά εσωτερικότητα και παλμό, με αφοπλιστική ειλικρίνεια καταδύονται στην προσωπική τους μοναξιά για να αναδείξουν τον πόνο, την νοσταλγία, την απομάκρυνση και την αποκοπή από αγαπημένα πρόσωπα.

Μικρές ιστορίες «μπαλάντες των συνηθισμένων ανθρώπων» διανθισμένες με πατρογονικές καταβολές και παραδόσεις βγαλμένες από τον πυρήνα της οικογένειας. Όλοι τους μετανάστες και πρόσφυγες πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς με συναίσθηση του πένθους και τον διακαή πόθο του επαναπατρισμού.

Ο Σύριος Ράμι Χαλάμ, πρόσφυγας που ζει στο Παρίσι παντρεμένος με Γαλλίδα και εργάζεται σε ένα αντιπολιτευτικό ραδιοφωνικό σταθμό, αφηγείται τα πάθη του. Μιλά για τα εννιά αδέλφια του, για τον αγνοούμενο αδελφό του, για την μάνα που τον κατευόδωνε από το μπαλκόνι και δεν μπόρεσε ως πρόσφυγας να πάει ούτε στην κηδεία της, για την επανάσταση. Μιλά για την μανία του να αναζητά στο Διαδίκτυο ανάμεσα στις χιλιάδες φωτογραφίες βασανισθέντων νεκρών, το πρόσωπο του αδελφού του.

Η Ρουμάνα Μάγια Μόργκενστερν -Εβραία- θυμάται το αντισημιτισμό που βίωσε ως παιδάκι, καταθέτει τις έρευνές της για τον παππού της που ήταν στο Άουσβιτς, για την ταινία που γύρισε η ίδια εκεί. Αναφέρεται στις εμπειρίες της από την δύσκολη περίοδο επί Τσαουσέσκου, για ό,τι έζησε στα γυρίσματα του έργου «Τα πάθη του Χριστού» για τη συνεργασία της στην «Ομίχλη» του Α. Αγγελόπουλου, για τους δυο αποτυχημένους γάμους της, για τα παιδιά της, την αγωνία και τη μητρική της μοναξιά.

Ο Κούρδος ηθοποιός Ράμο Άλι, πρόσφυγας επίσης από τη Συρία θυμάται τα δεκατρία του αδέλφια, τη μάνα του, τις διαδηλώσεις, τη φυλάκισή του στο τραγικό του κελί, τη φυγή του από την πατρίδα και τον επαναπατρισμό του. Μιλά για το θάνατο της ανιψιάς του σε μια έκρηξη, για τον άντρα της εξαδέλφης του που έχασε την πρώτη του γυναίκα και άλλα του δυο παιδιά κάπου στα νερά της Μεσογείου.

Ο Ακύλλας Καραζήσης αναπολεί τον παππού του και τη Ρωσίδα γιαγιά του που μετά την επανάσταση ήρθαν πρόσφυγες στη Θεσσαλονίκη, τον ζωγράφο πατέρα του, τις παιδικές του φαντασιώσεις, το πατρικό πάνω στη θάλασσα και το δασώδες τοπίο. Μιλά για τα χρόνια της Χούντας, για τις σπουδές του στη Γερμανία και για την επιστροφή του, για την εμμονή του να παίξει εκεί στο ξέφωτο τον πιο σπουδαίο του ρόλο.

Η πάλλουσα συγκινήσεις μουσική της Ελένης Καραίνδρου και ο απαλός φωτισμός απέδωσαν το πένθος, τον σεβασμό στα φωτογραφημένα πρόσωπα των νεκρών που ξεκληρίζονται στα πάτριά τους εδάφη, θύματα μιας απάνθρωπης μεταχείρισης.

Οι θεατές φανερά συγκινημένοι πιστεύω πως έκαναν δική τους εμπειρία αυτή την επανάδραση, που ολοκληρώθηκε μέσα από σκληρές, πικρές και άγριες μαρτυρίες.